Μια φορά και έναν καιρό, σε ένα εναλλακτικό σύμπαν από αυτό που έχουμε συνηθίσει, γεννήθηκε ένας μισθοφόρος κυνηγός δαιμόνων, ο Dante. Ο αγαπητός μας πρωταγωνιστής έχει γίνει γνωστός, προφανώς, από την σειρά παιχνιδιών, manga, καθώς και ένα anime του τότε, της Capcom, Devil May Cry.
Η νεότερη υλοποίηση του δημιουργήθηκε στο μυαλό του Adi Shankar, γνωστός από την animated σειρά Castlevania, και έγινε πράξη από την νοτιοκορεάτικη ομάδα Mir, η οποία υπάρχει στην πρόσφατη μνήμη για την σειρά X-Men ‘97. Ώρα να εξετάσουμε αν κατάφερε αυτό το σύμπαν να δημιουργήσει την δαιμονική αίσθηση των παιχνιδιών.

Για όσους δεν τον γνωρίζουν, να σας συστήσουμε τον “άνθρωπο” που βρίσκεται στο προσκήνιο, τουλάχιστον σε θέμα διαφήμισης, τον Dante. Ο αγαπητός μας “μισθοφόρος”, λόγω μιας ατυχής εμφάνισης ενός ανθρωπόμορφου λευκού λαγού, θα βρεθεί στο στόχαστρο όχι απλά μιας νέας απειλής προς την ανθρωπότητα, αλλά μία κυβερνητικής οργάνωσης, της DARKCOM.
Ο κόσμος που χτίζεται είναι αρκετά όμορφος και ζωντανός. Υπάρχουν αρκετές σκηνές που μας δείχνουν το πόσο πολύ απειλείται η ανθρωπότητα από την εισβολή των δαιμόνων, απειλή που τα παιχνίδια έχουν αγγίξει ελάχιστα και περισσότερο στους τελευταίους τίτλους. Τα κίνητρα των κακών γίνονται ξεκάθαρα σχετικά νωρίς, αλλά χάνονται μέσα στην υπερβολική επεξήγηση στα επεισόδια. Μέσα σε όλο αυτό το χάος, βέβαια, ο Dante δεν χάνει τον εαυτό του, δίνοντας μία νέα φωνή σε έναν ήδη γνώριμο για τους παίκτες χαρακτήρα. Το μόνο σίγουρο για το σενάριο είναι ότι θα δημιουργήσει και έχει ήδη δημιουργήσει δύο στρατόπεδα για την διαχείριση της, η οποία γίνεται με σωστή εκτέλεση, ανεξαρτήτως αρεσκείας του τελικού αποτελέσματος.


Στο κομμάτι των χαρακτήρων, η Αγία Τριάδα που τραβάει την προσοχή σας είναι ο Dante, η “Lady”, καθώς η σειρά την συστήνει με ένα διαφορετικό από το συνηθισμένο όνομα, αλλά και ο αγαπητός White Rabbit, ο κύριος ανταγωνιστής και αμυδρά γνώριμο πρόσωπο από τα Manga.
Ως Dante, η αίσθηση βρίσκεται εκεί. Η συμπεριφορά του, ο ψυχολογικός πόλεμος που συμβαίνει μέσα του, καθώς η ατελείωτη προσπάθεια να γελοιοποιήσει την κάθε κατάσταση που βρίσκεται, υπάρχουν και, με εξαίρεση τον τελευταίο τομέα που βγήκε λίγο πιο πιεστικός, είναι αρκετά κοντά με τον Dante που θα συναντήσετε και στους τίτλους. Αυτό, όμως, που είναι δύσκολο, όσο και να προσπάθησαν, είναι η αλλαγή της φωνής. Παρόλο που ο Johnny Yong Bosch, γνωστός στην σειρά παιχνιδιών Devil May Cry για την φωνή του Nero, είχε αρκετές στιγμές που πλησίασε την δουλειά του Reuben Langdon, δεν κατάφερε στο τέλος να “βγάλει” από τον θεατή που γνωρίζει την εικόνα του Nero από την σειρά.
Τα δύο άλλα άκρα της τριάδας αποτελούν και αυτά, όπως και αρκετά μέρη της σειράς, ένα μεγάλο ερωτηματικό. Από την μία, η Lady, μία έμπειρη κυνηγός δαιμόνων, φαντάζει αυτός ο σκληροτράχηλος χαρακτήρας που καταφέρνει με ευκολία να βρει την λύση σε κάθε πρόβλημα, ενώ, από την άλλη, ο λαγός μας προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ ενός μυστήριου χαρακτήρα με ξεκάθαρο σκοπό και ενός τραγικού ανταγωνιστή που κρύβει ένα μεγαλύτερο αλλά πιο ρηχό παρελθόν. Μάλιστα, γίνεται μία προσπάθεια σύνδεσης μεταξύ των δύο χαρακτήρων αυτών, η οποία είναι εντελώς αχρείαστη και δεν εξυπηρετεί. Σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, υπάρχει πρόβλημα μεταξύ της ισορροπίας για τον πραγματικό πρωταγωνιστή της σειράς.

Το εικαστικό του αποτελεί σίγουρα και το μεγαλύτερο θετικό του, έχοντας ένα μικρό ψεγάδι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περισσότερο ως Hit or Miss. Στο σύνολο του, η εικόνα του είναι εντυπωσιακή, με ελάχιστες λεπτομέρειες, όπως κάποια αποτελέσματα προσώπων, να μην συγκινούν όπως πρέπει. Ο σχεδιασμός του ίδιο του Dante θυμίζει αρκετά τους προηγούμενους τίτλους, προσφέροντας ταυτόχρονα μία νέα και φρέσκια αμφίεση, ακολουθώντας και τον επιτυχημένο σχεδιασμό του υπολοίπου κόσμου, αλλά και των χαρακτήρων. Η μάχη είναι ξεκάθαρη και ταυτόχρονα φαντασμαγορική, μεταφέροντας σε μεγάλο βαθμό την αίσθηση της σειράς παιχνιδιών στην κινούμενη.
Αυτό, όμως, που δεν καταφέρνει να συγκλονίσει και μοιάζει αρκετά εκτός του συνόλου, το χαρακτηρισμένο ψεγάδι, είναι οι ίδιοι οι δαίμονες. Δεν αναφερόμαστε απαραίτητα στον σχεδιασμό τους ως έχει, αλλά στα καρέ τους. Παρόλο που το Devil May Cry ως επί το πλείστον τηρεί πιστά τα υπόλοιπα τους είδους του στον αριθμό τον καρέ, στην εμφάνιση των δαιμόνων παρατηρείται μία αδικαιολόγητη αύξηση, προσφέροντας μία περίεργη στο σύνολο εμπειρία.
Ένα από τα πράγματα που ξεκαθάρισε ο Adi Shankar είναι ότι η αίσθηση που θέλει να πετύχει για τον κόσμο του Devil May Cry είναι αυτή των 00s. Ένας από τους παράγοντες που καταφέρνουν αυτή την αίσθηση, αλλά αποτελούν και ένα μεγάλο μειονέκτημα, είναι οι συνθέσεις που έχουν επιλεχθεί. Όσο ταιριαστό και να είναι το “Rollin’” των Limp Bizkit στους τίτλους αρχής, όσο και ωραία να είναι η αίσθηση στο σύνολο των μουσικών επιλογών για την χρονική εποχή που έχει χτιστεί, υπάρχουν μεμονωμένα παραδείγματα που δημιουργούν πολλές απορίες. Η στιγμή που το συγκρότημα Green Day “βαράει” τις πρώτες χορδές του American Idiot αποτελεί την μεγαλύτερη απορία που μπορεί να σας δημιουργήσει η σειρά, απλά για τους λάθους λόγους.
Για να μην χαρακτηριστούν τα πάντα ως μαύρα, όμως, οφείλουμε να αναδείξουμε ότι τα ηχητικά εφέ, από τον κάθε πυροβολισμό και έκρηξη που θα ακούσετε, μέχρι και το κάθε βήμα του πρωταγωνιστή, έχουν εκτελεστεί σε αρτιότητα.

Στο σύνολό του, η σειρά Devil May Cry του Netflix έχει βάσεις, αλλά όχι αρκετά σταθερές, φέροντας ένα διφορούμενο αποτέλεσμα. Υπάρχει σίγουρα το κοινό που το έχει αγαπήσει, υπάρχει, όμως, και το κοινό που έχει δημιουργήσει μία σταυροφορία εναντίων του. Η πραγματική αλήθεια βρίσκεται κάπου στην μέση, για τους λόγους που αναλύσαμε παραπάνω. Δεν αποτελεί μία καταστροφική κυκλοφορία λόγω μερικών επιλογών της μουσικής, της περίεργης ανάπτυξης και δικαιολόγησης των κινήτρων των χαρακτήρων, αλλά και του σεναρίου, ούτε όμως αποτελεί και ένα άρτιο αποτέλεσμα λόγω των υπόλοιπων συνθέσεων, της εξαιρετικής δράσης, αλλά και του οπτικού οφθαλμόλουτρου στην οθόνη σας.
Αναμένουμε να λυθούν οι απορίες στην δεύτερη σεζόν, καθώς και να τηρηθούν οι υποσχέσεις που έχουν δοθεί ακόμα και από τους τίτλους αρχής.
Για τους βαθμολάγνους, επιλέξτε ένα από τα τρία εξάρια του ονόματος του θηρίου.