Zan ή zen;
Σε αυτό το πρώτο review-rite of passage μπήκα στον πειρασμό να χρησιμοποιήσω την παράδοξη θεωρία της γάτας του Schrödinger για να υποστηρίξω ότι το Utawarerumono: Zan Unmasked edition είναι και ταυτόχρονα δεν είναι το προηγούμενο παιχνίδι της Aquaplus, Utawarerumono: Mask of deception. Θα παρακολουθήσουμε τα κοινά στοιχεία αλλά και αυτά που διακρίνουν τους δύο τίτλους αφού, όπως θα διαπιστώσετε, είναι αναπόφευκτη η σύγκριση σε κάποια σημεία. Τελικά, είναι αντάξια συνέχειά του ή πρόκειται για ένα ακόμα visual novel με ψήγματα στοιχείων SRPG;
Na(ni)rration.
Η πλοκή του παιχνιδιού ξεδιπλώνεται σε ένα αμάλγαμα visual novel και action sequences διάρκειας 18 κεφαλαίων. Μετά από μια μικρή interactive εισαγωγή, μαθαίνουμε ότι ο περιπλανώμενος «ήρωας» πάσχει από αμνησία -κλασικό μοτίβο των ασιατικών κυρίως RPGs όπου ακολουθεί συνήθως η αφύπνιση και κατ’ επέκταση ο ανώτερος προορισμός του κοιμώμενου εν δυνάμει εκλεκτού, σε αντίθεση με το αναστημένο ή αναγεννημένο πρότυπο του δυτικού «ήρωα». Μια κοπέλα, η Kuon, βρίσκει και περιθάλπει τον εξαντλημένο ήρωα και τον ονομάζει Haku μιας και έχει απώλεια μνήμης. Εντοπίζετε κάποια κοινά θέματα με το Utawarerumono: Mask of deception; Πολύ σωστά. Πρόκειται για επαναφήγηση της ιστορίας του Haku, του main protagonist της σειράς. Θα εμφανιστούν όλοι οι χαρακτήρες του προηγούμενου τίτλου και σε κάποιες περιπτώσεις θα διαβάζετε τους ίδιους ακριβώς διαλόγους. Δυστυχώς, όπως θα δούμε παρακάτω, δεν προσφέρει κάτι νέο στο σύμπαν της σειράς και είναι πραγματικά κρίμα καθώς ο προηγούμενος τίτλος έθεσε νέα standard στο narration και στη νεομυθολογία του Utawarerumono universe. Η ιστορία για κάποιον που δεν έχει ασχοληθεί με το Mask of deception φαίνεται -και όχι άδικα- αδιάφορη. Αποτελεί μια συνοπτική εκδοχή του προηγούμενου παιχνιδιού με αναβαθμισμένα 3D μοντέλα των χαρακτήρων και τίποτα περισσότερο. Οι δημιουργοί παρουσιάζουν την ιστορία με τέτοιο τρόπο σαν να την εκλαμβάνουν ως αυτονόητη από τους παίχτες. Συναντάς πρόσωπα χωρίς ιστορικό υπόβαθρο, χωρίς προοπτική, με αποτέλεσμα την αδιαφορία για τις προσωπικότητές τους, πράγμα ανεπίτρεπτο τόσο για RPG όσο και για visual novel όπου η κουλτούρα της πολυφωνίας των χαρακτήρων είναι εκ των ων ουκ άνευ δομικό στοιχείο διάδρασης. Πραγματικά, δεν αντιλαμβάνομαι τον λόγο της απόδοσης μιας ατάκτως ειρημένης ιστορίας.
Hack and Alack!
Δε θα μπω στη διαδικασία να κατηγοριοποιήσω το παιχνίδι σαν SRPG ή action γιατί θα εισβάλω σε θεωρητικά μονοπάτια που υπερβαίνουν τον σκοπό αυτού του κειμένου. Το hack and slash battle system βρίσκεται στο επίπεδο της απλοϊκότητας, έχει ενδιαφέρον αλλά δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας. Αντιμετωπίζεις ορδές στρατιωτών στα πρότυπα του Dynasty Warriors, μυθικών ζώων και άλλων φανταστικών πλασμάτων. Αρχικά, έχεις στη διάθεσή σου τρείς επιλογές επιθέσεων, τις Normal, Special, Strong (ή Chains-όπου πρέπει να εκτελείς ένα μικρό quick time event) και λίγο αργότερα τα εντυπωσιακά Final Strikes, τα οποία ενεργοποιούνται όταν η zeal bar του χαρακτήρα «γεμίσει» με zeal points κατά τη διάρκεια της μάχης. Πατώντας το touchpad ενεργοποιείται το Overzeal mode το οποίο σου δίνει buffs μικρής σχετικά διάρκειας μέχρι να εξαντληθούν τα zeal points. Τέλος, τα Sigil effects δίνουν boost είτε σε attack είτε σε defence και buffs σε όλα τα units του party. Η αποτελεσματικότητα αλλά και η ποικιλία των sigil καθορίζονται από το spirit level των units· όσο υψηλότερο είναι το spirit level τόσα περισσότερα και καλύτερα sigil ξεκλειδώνονται. Το spirit level αναβαθμίζεται κατά τη διάρκεια της μάχης με διάφορους τρόπους όπως με συγκεκριμένους τύπους επίθεσης ή εκτελώντας chains. Να σημειώσω εδώ ότι η επιλογή του sigil effect είναι δυνατή μόνο κατά την προετοιμασία του party, μέσα από το Strategy scroll option και οπωσδήποτε πριν από το deploy οπότε χρειάζεται σύνεση. Με την πάροδο του χρόνου τα combo/chain attacks αρχίζουν να κουράζουν χάνοντας έτσι το ενδιαφέρον σου καθώς το gameplay επαναλαμβάνεται και κατ’ επέκταση γίνεται μονότονο. Δεν υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω «ανάπτυξης» του battle system παρά μόνο με τα scrolls που θα δούμε αναλυτικά πιο κάτω.
Το levelling σε πρώτο στάδιο γίνεται αυτόματα, αναλόγως των XP που συλλέγεις σε κάθε αποστολή, αλλά έχεις τη δυνατότητα να ανεβάζεις manually τα core stats (HP,ATK, DEF και Spirit, το οποίο καθορίζει ανάμεσα σε άλλα και τον αριθμό των open slots για τα scrolls) με bonus points που αποκτάς από τα main και optional missions. Από εκεί και ύστερα, ο κάθε χαρακτήρας -που ονομάζεται unit- έχει τα unit abilities τα οποία επιλέγεις με τη μορφή των scrolls μέσα από το party menu. Έχεις υπό τον έλεγχό σου ένα unit κάθε φορά και τα υπόλοιπα συνεπικουρούν στις μάχες αυτόματα. Τα scrolls, εν είδει skills, τα προμηθεύεσαι από το menu equipment upgrade. Είναι upgradeable ξοδεύοντας sen -in game currency που θα το αποκτήσεις με πολλούς τρόπους- και μπορείς να επιλέξεις, όσο αναπτύσσεις το spirit stat, μέχρι τέσσερα scrolls συνολικά αν και αυτό εξαρτάται από το unit. Επίσης, κάθε scroll έχει το δικό του element (δέκα συνολικά) και μπορείς να εξοπλιστείς μέχρι και με δύο scrolls του ίδιου element. Στο equipment upgrade αρχικά κάνεις χρήση μόνο του Standard-Quality αλλά σταδιακά θα ξεκλειδώσεις και τις υπόλοιπες κατηγορίες όπως τα, Mid-Quality,High-Quality, Master-Quality και God-Quality. Στο ίδιο concept κινούνται και τα chain attacks με τα οποία εξοπλίζεσαι στο tab techniques. Εντύπωση μου προκάλεσε η δυνατότητα επιλογής των ίδιων scrolls, δηλαδή όλα τα units να εξοπλίζονται με το ίδιο scroll ταυτόχρονα. Τα scrolls προσθέτουν κυρίως stat upgrades αλλά και διάφορα άλλα μόνιμα χαρακτηριστικά, όπως ignore των εχθρών ή αντίστροφα να γίνεσαι πιο εύκολα target.
Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού θα συναντήσεις δώδεκα playable χαρακτήρες εκ των οποίων στη διάθεσή σου θα έχεις μέχρι τέσσερεις εκτός αν ορίζει κάτι διαφορετικό το concept του story mission προκαθορίζοντας τον αριθμό και τα μέλη του party σου. Αν και το παιχνίδι θα επιστήσει την προσοχή σου στις ικανότητες του κάθε unit και για το πώς μπορείς να τα αξιοποιήσεις στο πεδίο της μάχης, στην πραγματικότητα θα χρειαστείς ελάχιστα την συνδρομή τους. Ο μόνος λόγος που επιδίωξα να δοκιμάσω και τα υπόλοιπα units εκτός από τον Haku -και τον αγαπημένο μου Ukon!- ήταν γιατί ήθελα να πειραματιστώ με ορισμένα buffs αλλά και για το animation, το οποίο είναι εντυπωσιακό. Το κάθε unit έχει εντελώς διαφορετικό τρόπο να επιδρά και να επηρεάζει την έκβαση της μάχης και αυτό είναι από τα πολύ δυνατά στοιχεία του παιχνιδιού. Όσο ελέγχεις ένα unit μπορείς με το L1 να κάνεις raid, δηλαδή να δίνεις εντολή στα υπόλοιπα units να εκτελέσουν chain attacks. Η εναλλαγή των χαρακτήρων κατά τη διάρκεια της μάχης γίνεται με το D-pad. Στα δε bosses, μπορείς να εκμεταλλευτείς καλύτερα αυτό το «διαλεκτικό» σύστημα μάχης χωρίς ωστόσο να αντιμετωπίσεις κάποια ιδιαίτερη δυσκολία αν τελικά αποφασίσεις να κινηθείς εναντίον τους «μόνος» σου.
Οι αποστολές διακρίνονται σε story, battle recollections -όπου επαναλαμβάνεις τα story missions για περισσότερα drops, bonus points, trophies et.c.- και free missions από τις οποίες λαμβάνεις drops, αντικείμενα, για να τα πουλήσεις στη συνέχεια και να εισπράξεις sen, και BP (bonus points) για upgrade του εξοπλισμού και τα core stats των units, όπως αναφέρθηκε. Επίσης, διαθέτει δικό του σύστημα trophies, τα military medals, το οποίο σε επιβραβεύει με background music, special costumes και άλλα. Δε θα πω ψέματα· βρήκα τα free missions πολύ πιο ενδιαφέροντα και πιο προκλητικά από το main story. Υπάρχουν πέντε κατηγορίες free missions (assistant, apprentice, shinobi, spy και ninja, οι οποίες με τη σειρά τους διαιρούνται σε υποκατηγορίες) από τις οποίες άλλες ξεκλειδώνουν γραμμικά και άλλες υπό προϋποθέσεις. Υπάρχει, τέλος, και on-line mode το οποίο, δυστυχώς, όσο και αν προσπάθησα δεν κατάφερα να βρω συμπαίκτες στο lobby.
Art, replay, fight!
Το soundtrack είναι ένα δυνατό σημείο του παιχνιδιού, όπως και του προκατόχου του. Η ηλεκτρονική μουσική συνοδευόμενη από ασιατικά μοτίβα δένει απόλυτα με τους action και φρενήρεις ρυθμούς των battlefields και θα απορροφηθείτε. Υπάρχει η δυνατότητα να ξεκλειδώσεις και άλλα μουσικά tracks με την ολοκλήρωση των optional missions. Το voice acting είναι αποκλειστικά στα ιαπωνικά. Προσωπικά, δε μου δημιουργεί κανένα πρόβλημα αρκεί η μετάφραση του αρχικού κειμένου να αποδίδεται σωστά στους διαλόγους οι οποίοι είναι υφολογικά και νοηματικά άρτιοι. Ωστόσο, και ενώ η μάχη είναι εν εξελίξει, υπάρχουν διάλογοι μεταξύ των χαρακτήρων τους οποίους δε μπορείς να παρακολουθήσεις ακουστικά λόγω της ιαπωνικής γλώσσας αλλά ούτε και να διαβάζεις εύκολα το αγγλικό κείμενο αφού θα είσαι visually crowded. Οι στατικές εικόνες των χαρακτήρων του προηγούμενου τίτλου έχουν αντικατασταθεί με πανέμορφα animated cutscenes και 3D μοντέλα, όπως ανέφερα πιο πάνω. Το level design είναι αισθητικά και πρακτικά ανεπαρκές καθώς οι χάρτες των battlefields είναι οριακά μικροί δημιουργώντας αντικειμενικά την αίσθηση του περιορισμένου χώρου.
H AI των εχθρών αλλά και των units δεν είναι καθόλου άσχημη. Σε κάποιες περιπτώσεις, βέβαια, παρατήρησα ότι αν και είχα εφοδιαστεί με scroll που αυξάνει το «pull» σε κάποιο unit επιθυμώντας να το μετατρέψω σε tank οι εχθροί το προσπερνούσαν. Επίσης, σε μία περίπτωση boss fight σε υψηλό επίπεδο, δύο από τα units έπεσαν από τον όροφο και δεν επέστρεψαν ποτέ στο πεδίο της μάχης αν και διακρίνονταν στο minimap.
Η διάρκεια του παιχνιδιού δεν ξεπερνά τις 6 με 7 ώρες. Όταν ολοκληρώσεις το main story, το replayability αναλώνεται στα free missions και τα military medals τα οποία σου δίνουν τη δυνατότητα να ξεκλειδώσεις και να αναβαθμίσεις scrolls και άλλα χαρακτηριστικά. Το επίπεδο δυσκολίας κυμαίνεται από μέτριο έως εύκολο. Όταν ένα unit βγαίνει εκτός μάχης, μπορείς να το επαναφέρεις στη ζωή μέχρι και τέσσερις φορές. Η αλήθεια είναι ότι αντίκρισα την οθόνη του «game over» μία και μοναδική φορά και θα έπρεπε να υπήρχε trophy που κατάφερα να αφήσω τον μάταιο αλλά βατό κόσμο του παιχνιδιού!
The end is the beginning is the end.