Το Daredevil: Born Again είναι επιτέλους εδώ, σηματοδοτώντας τόσο την επιστροφή όσο και το νέο ξεκίνημα του αγαπημένου μας ήρωα.
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ: ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΟΥ REVIEW ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ SPOILERS ΤΩΝ ΕΠΕΙΣΟΔΙΩΝ
Κακά τα ψέματα, με τη πορεία του MCU τα τελευταία χρόνια, οι περισσότεροι από εμάς είχαμε έντονη ανησυχία για τον ερχομό της σειράς. Πόσο μάλλον όταν οι περισσότερες ειδήσεις που αφορούσαν τη σειρά πριν τη κυκλοφορία της έκαναν αναφορά για προβλήματα στη παραγωγή της. Αν μη τι άλλο ο προκάτοχος της είχε φροντίσει να θέσει πολύ ψηλά το πήχη.
Με την αρχή του πρώτου επεισοδίου η σειρά φροντίζει να μην χάσει καθόλου χρόνο και μας βάζει κατευθείαν στο επίκεντρο των εξελίξεων. Μία φαινομενικά ήσυχη βραδιά των τριών ηρώων μας εξελίσσεται πολύ γρήγορα σε σκηνή τραγωδίας, με τον Benjamin “Dex” Poindexter (Bullseye) να είναι ο υπαίτιος.

Ο τρόπος με τον οποίο κλιμακώνεται η ένταση και η κινηματογράφηση της μάχης που ακολουθεί αποτελούν ξεκάθαρη ένδειξη ότι η σειρά μένει πιστή στο χαρακτήρα της. Ειδικά στη σκηνή μάχης μεταξύ του Daredevil και του Poindexter, η χρήση του μονόπλανου εξυπηρετεί άψογα το στόχο της σκηνής και μας δίνει την αίσθηση ότι πρόκειται για μάχη βγάλμενη από σελίδες κόμικ. Εν τέλει η τραγωδία κορυφώνεται με το θάνατο του Foggy Nelson, γεγονός που φέρνει τον ήρωα μας στα άκρα και τον αλλάζει ολοκληρωτικά.
Ένα χρόνο μετά και πλέον έχουμε ολοκληρωτική αλλαγή του σκηνικού. Από τα σοκάκια του Hell’s Kitschen μεταφερόμαστε στο κέντρο της Νέας Υόρκης, όπου εισαγόμαστε στο δεύτερο κεντρικό χαρακτήρα της σειράς, τον Wilson Fisk. Εδώ είναι που αρχίζει να γίνεται ξεκάθαρη η πορεία που θέλει να χαράξει η σειρά. Διατηρώντας το πνεύμα του προκατόχου της προχωρά σταδιακά σε μικρές αλλαγές, δημιουργώντας μια νέα ταυτότητα για τον εαυτό της.
Από τη μία έχουμε τον Matt, ο οποίος μετά το χαμό του φίλου του εγκαταλείπει το ρόλο του ως Daredevil και επικεντρώνει τον αγώνα του για δικαιοσύνη μέσα από τις δικαστικές αίθουσες. Από την άλλη ο Wilson εγκαταλείπει τη persona του Kingpin και βάζει πλώρη για να γίνει ο επόμενος δήμαρχος της Νέας Υόρκης. Ήδη από τα δύο πρώτα επεισόδια γίνεται σαφές ότι και οι δύο τους δεν μπορούν να αφήσουν ολοκληρωτικά το παρελθόν πίσω τους, όσο σκληρά και αν προσπαθούν. Οι δύο άντρες εν τέλει έρχονται πάλι ο ένας απένατι στον άλλο, αλλά με διαφορετικά δεδομένα αυτή τη φορά. Αν και δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος βίας, η ένταση που υπάρχει μεταξύ τους κάνει ξεκάθαρο ότι είναι αδύνατο να χαράξουν παράλληλες πορείες και αναπόφευκτα θα συγκρουστούν.

Η σειρά, πέρα μερικών αναφορών, δείχνει να μην επηρεάζεται από το MCU και ας είναι κομμάτι του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιτυγχάνει να διατηρήσει μια αυτούσια και ολοκληρωμένη αφήγηση, ανεπηρέαστη από τα γεγονότα γύρω της. Οι δύο άξονες που καθιέρωσαν την αρχική σειρά (δικαιοσύνη στους δρόμους και δικαστικό δράμα) είναι ξεκάθαρα διακριτοί και εδώ. Σε αυτό βοηθούν και οι ερμηνείες του cast (παλιών και νέων ηθοποιών) οι οποίες είναι άρτια συγχρονισμένες με το υλικό που υπηρετούν.
Εν κατακλείδι η σειρά στο ξεκίνημα της δείχνει να αποτελεί άξια συνέχεια εκείνης του Netflix. H μεγαλύτερη της επιτυχία αναμφίβολα είναι ότι διατηρεί το πνεύμα που μας έκανε να αγαπήσουμε την αρχική, δημιουργώντας μας μια οικεία αίσθηση σε αυτό που βλεπουμε. Αν μη τι άλλο αποτελεί ένα αισιόδοξο βήμα για τη συνέχεια. Είναι όπως είπε και ο Foggy στην αρχή της σειράς:
“Not nostalgia. Reverence for the past yet hope for the future.”