Το τρίτο κατά σειρά κεφάλαιο της reboot/remake ‘Modern Warfare’ τριλογίας είναι πλέον εδώ, με την Sledgehammer Games στο δημιουργικό τιμόνι, λαμβάνοντας της σκυτάλη απ’ την Infinity Ward και σε συνεργασία με την ίδια, μαζί με τις Treyarch, High Moon Studios, Beenox, Raven και λοιπά εκ του συνόλου στούντιο που έχει στη κατοχή της η ‘μαμά’ Activision, έχει αναλάβει να φέρει εις πέρας ένα δύσκολο έργο, ιδιαιτέρως προς τον εαυτό της, μετά την κακή πορεία του προηγούμενου ‘παιδιού’ της Vanguard το 2021. Σαφέστατα το εγχείρημα εξ αρχής ήταν διπλό και κρίσιμης σημασίας, καθώς είχε επίσης κύριο μέλημα να διορθώσει τα οποία κακώς κείμενα και τις υποσχέσεις του προηγούμενου τίτλου (MWII-2022), που κυκλοφόρησε μόλις πέρυσι, αλλά και να καταφέρει να “αναδυθεί” σε ένα στερέωμα δεκάδων άλλων παρεμφερή τίτλων της σειράς, αφήνοντας το δικό του μοναδικό στίγμα.
Το 2019, η κίνηση αναβίωσης του ‘Modern Warfare’ ξεκίνησε μια νέα, remake φάση που αποδείχθηκε υψηλά επιτυχημένη, τόσο από εμπορικής πλευράς, όσο και στον αριθμό παικτών, ως αντάξια συνέχεια του ονόματος που φέρει, απέναντι σε ένα ζωντανό θρύλο για την ιστορία των FPS παιχνιδιών, το ομότιτλο παιχνίδι του 2007 αλλά και η απίστευτη συνέχεια του, το Modern Warfare 2 (2009).
Για να δούμε πώς στέκεται το νεότερο πόνημα της Activision στο νέο ‘Modern Warfare’ όραμα που ξεκίνησε δυναμικά πριν 4 χρόνια. Είχαμε υποσχεθεί εξάλλου ένα συμπληρωματικό review-αφιέρωμα.
Πρώτου φορέσουμε τις αρβύλες μας, ξεκινήσουμε το ξεσκαρτάρισμα και ξεχυθούμε στα ενδότερα του παιχνιδιού υπενθυμίζουμε ότι σε γενικές γραμμές ο πυρήνας του gameplay, η αίσθηση των όπλων, αλλά και οι λοιπές βασικές πτυχές του εντοπίζονται αναλλοίωτες στο ‘τελικό’ προϊόν, καθώς οι “beta” περίοδοι της σειράς δεν έχουν την πραγματική beta έννοια όπως συμβαίνει σε άλλες κυκλοφορίες και ουσιαστικά αποτελούν προωθητικές ενέργειες ή ας το πούμε διαφορετικά: μια demo έκδοση του multiplayer με τις όποιες διαφορές μεταξύ τους να είναι η προσθήκη περισσότερων χαρτών, modes, του campaign (όταν υπάρχει) κ.ο.κ.
Campaign — Ή αλλιώς τι μπορούμε να φτιάξουμε “στα γρήγορα” σε ελάχιστους μήνες για το θεαθήναι.
Η αλήθεια είναι ότι η προσπάθεια των reboot MW-τίτλων δεν μπορεί να πιάσει τον παλμό της αρχικής τριλογίας, ναι μεν μπορούν να θεωρηθούν τίμιες ιστορίες, όμως είναι αρκετά υποδεέστερες από τους προκατόχους τους. Πέρασα μεν αρκετά καλά αλλά ήλπιζα σε περισσότερα πράγματα. Θεωρώ ότι το campaign του Modern Warfare (2019) είναι σε αρκετές στιγμές του ανώτερο ως σύνολο, έχει ποικιλία, χορταστική διάρκεια και με καλύτερη ροή γραμμένο με βάση αυτό που θέλησε να περάσει ως story, με αποστολές όπως την ‘Clean House’, να αποτελούν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα που οι παίκτες λάτρεψαν από το πρώτο καρέ. Αρκετά καλά όμως τα καταφέρνει και το Modern Warfare II (2022) με την αποστολή ‘Alone’ να ξεχωρίσει όπως και την μάχη πάνω στη πλατφόρμα πετρελαίου. Και τα δύο αυτά campaign πρόσφεραν, μέχρι στιγμής όμως ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα των περίπου 7 ωρών/το καθένα με τους ενδιαφερόμενους παίκτες να συζητούν έντονα τις πρώτες μέρες της κυκλοφορίας στιγμιότυπα της ιστορίας ή των εμπλεκομένων χαρακτήρων σε αυτήν.
Σεναριακά το ‘Call of Duty: Modern Warfare III’ τοποθετείται ως η άμεση συνέχεια του Modern Warfare II του 2022 και ακολουθεί την ιστορία ακριβώς απ’ το σημείο που μας άφησε το προηγούμενο παιχνίδι (βέβαια συμπληρώνουν το lore cutscenes από τα raid missions).
Ο Captain Price και η ομάδα Ειδικών Δυνάμεων του, Task Force 141, αποτελούμενη από τους Simon ‘Ghost’ Riley, John ‘Soap’ MacTavish, Kyle ‘Gaz’ Garrick, επιστρέφουν με σκοπό να αντιμετωπίσουν τον υπερεθνικιστή και εγκληματία πολέμου Vladimir Makarov, ηγέτη της Konni Group, μιας ιδιωτικής, Ρωσικής στρατιωτικής οργάνωσης. Το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας λαμβάνει χώρα στη (φανταστική) χώρα Urzikstan, αν και σεναριακά θα ταξιδέψουμε αργότερα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και σε χιονισμένα μέρη της Ρωσίας και του Verdansk, του πρώτου και χαραγμένου για πάντα στις καρδιές των παικτών τοποθεσία του πρώτου Warzone. Ο Makarov έχει σκοπό να παρασύρει τις Η.Π.Α. σε έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο, σκηνοθετεί μια χημική επίθεση και κατηγορώντας τους Αμερικανούς ως υπεύθυνους του συμβάντος. Έτσι κρίνεται αναγκαίο η Task Force 141, μαζί με τη συνεργασία της Shadow Company, παλιούς γνώριμους όπως η Farah Karim, ο General Shepherd, η Kate Laswell και ο Alex Keller μεταξύ άλλων, ρίχνονται σε μια καθοριστική μάχη ώστε να τον σταματήσουν με κάθε κόστος.
Τα cutscenes είναι σε γενικές γραμμές ότι καλύτερο έχει να επιδείξει το παιχνίδι. Τα οποία αναλαμβάνουν δράση να επικολλήσουν τα σύντομα “κομμάτια” του παζλ της ιστορίας των μικρών 14ων “chapters” του campaign. Οι ηθοποιοί παίζουν εξαιρετικά, ενώ σε καλά επίπεδα διακρίνεται και το voice acting. Θετική εικόνα αποκόμισα από τις ερμηνείες τους που όμως καταλήγει στο κενό από μια πολύ πρόχειρη ιστορία χωρίς καλοδουλεμένη επιμέλεια. Σκηνοθετικά έχει κάνει μια προσπάθεια να αναδείξει τους χαρακτήρες, να χτίσει το background της ομάδας (Task Force 141) και μια κάποια πλοκή με ενδιαφέρον ήδη από το MWΙΙ, (βλέπε τη σχέση Ghost-Soap πώς αναπτύσσεται για παράδειγμα) όμως η ουσία παραμένει ως μια χαμένη ευκαιρία που νιώθεις ότι είναι βιαστική και δεν έχει δοθεί ο χρόνος που απαιτείται σε αυτή, καθώς φαίνεται λειψό το αφηγηματικό βάθος, χωρίς τις απαραίτητες αξιομνημόνευτες στιγμές για ένα πιο πλούσιο και μεστό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα απόλαυσα περισσότερο τις αποστολές με τη κλασική γραμμική συνταγή τους όπως πχ τις ‘Operation 627’, ‘Trojan Horse’ ενώ εντυπωσιάστηκα και από την ‘Passenger’, που δυστυχώς κρατάει πολύ λίγο και ουσιαστικά θέλει να αποτελέσει φόρο τιμής στην εμβληματική ‘No Russian’ αποστολή του MW2. Φαίνεται πώς υπήρχε ένα όραμα που δεν είδαμε σε πλήρη ανάπτυξη καθώς και ο τερματισμός έρχεται από το πουθενά, σαν κάποιος να πάτησε φρένο. Έτσι απλά, φαίνεται έπρεπε να βρεθεί μια σοκαριστική σκηνή, η οποία μάλιστα εκτελείται και πολύ πρόχειρα και κακογραμμένα, ώστε να υπάρξει ένα τέλος και να πέσουν τα credits. Είναι απογοητευτικό το ποσό καλύτερα θα μπορούσε να γραφτεί το story, εν τέλει.
Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο ότι σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο του ‘Bloomberg’ από τον Jason Schreier, μέλη της ομάδας ανάπτυξης του παιχνιδιού, που για προφανείς λόγους ήθελαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, υποστηρίζουν ότι εργάστηκαν αδιάκοπα για να επιτύχουν τους αυστηρούς ετήσιους στόχους της Activision, αντιμετωπίζοντας έντονη πίεση και εξαντλητικά ωράρια όπως διπλοβάρδιες, εργασία και τα Σαββατοκύριακα ή μεταμεσονύχτια που θύμιζαν συνθήκες “εργασιακής γαλέρας”. Αρχικά προγραμμάτιζαν τον τίτλο ως επέκταση του Modern Warfare II, όπου θα συνέχιζε την ιστορία του περσινού τίτλου και θα λάμβανε χώρα στο Μεξικό, όσον αφορά το single player, σύμφωνα με τις αρχικές οδηγίες που είχαν αλλά έπειτα μετατράπηκε σε πλήρες sequel, προκαλώντας μεγάλη εσωτερική αναστάτωση. Η Sledgehammer, μετά το Vanguard, πρότεινε αρκετές φορές να ασχοληθεί με το sequel του ‘Advanced Warfare’ (2014), αλλά η Activision επέλεξε απεναντίας το νέο sequel του Modern Warfare II. Παρά τις αντιδράσεις, η Activision αρνείται ότι υπήρξαν εργασιακά προβλήματα ή ότι ο τίτλος είναι ένα “premium expansion”, ενώ ο εκπρόσωπος της Sledgehammer αναφέρει επίσημα μόνο μια “μικρή σύγχυση” στα πρώιμα στάδια της υλοποίησης.
Πολύ απλοϊκά, το campaign μοιάζει με ένα τεμπέλικο κράμα επαναληψημότητας, με μία αίσθηση βγαλμένη από spec ops/raid αποστολών να διακόπτουν τη ροή ενώ στην πέφτουν ροές από A.I. αντιπάλους, παλιών κομματιών από προηγούμενους τίτλους και χαρτών από τα παλιά (όπως η Verdansk) για λόγους σοκ νοσταλγίας (κάτι που φαινόταν ήδη από το trailer υλικό με σκοπό άπειρες συζητήσεις για το εάν θα επιστρέψει μελλοντικά ο λατρεμένος αυτός χάρτης), μαζί με τη νέα “ιδέα” των ‘Open Combat Missions’ να προσπαθεί να δώσει μια νέα πνοή. Ωστόσο αποτυγχάνει, καθώς δε μοιάζει ξένη, δείχνει ότι μάλλον δεν σχεδιάστηκε λόγω ελλείψεως δημιουργικού χρόνου όπως θα έπρεπε και το όλο εγχείρημα καταλήγει να είναι συχνά βαρετό. Η ενσωμάτωση κουτιών πυρομαχικών και εξοπλισμού στο στυλ του Warzone στις αποστολές για μια πιο προσωπική δράση κατά την εκτέλεση τους ή η χρήση gadgets (πχ bomb drone) είναι ένα ενδιαφέρον σχέδιο στα χαρτιά, όμως δεν ταιριάζει στη ροή του story πάντοτε, χάνοντας έτσι την κινηματογραφική αισθητική σε κύρια σημεία που ξεδιπλώνεται η πλοκή και δυστυχώς, φαίνεται να μην εκτελείται ικανοποιητικά ούτε αρμονικά.
Δεν είναι μόνο απίστευτα σύντομο, με τον χρόνο ολοκλήρωσης του να μην φτάνει καλά-καλά τις μόλις 4 ώρες λίγο πολύ στο ‘Regular’ επίπεδο δυσκολίας, παρότι με τις αποστολές του να φτάνουν τις 14 νομίζεις ότι θα ζήσεις ένα κλασσικό CoD, αλλά και λάμπει δια της απουσίας της το καθαρό μπλοκμπάστερ αίσθημα, αυτή η καταιγιστική δράση μαζί με τις χαρακτηριστικές δραματικές σκηνές και εξελίξεις που συνήθως κοσμείται κάθε Call of Duty campaign. Η πρώτη αποστολή είναι ένα απ’ τα μοναδικά αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που πραγματικά σε βάζουν σε ένα δυνατό κλίμα. Ελπίζεις ότι θα συνεχίσει έτσι, όμως η ιστορία κατεβάζει έπειτα διακόπτες σαν να έμεινε από “ενέργεια”. Επιπροσθέτως μοιάζει σε ορισμένες στιγμές σαν μια προετοιμασία/tutorial για το τι θα παίξεις σύντομα στο ‘Warzone’ (plates, rare όπλα, μικροαποστολές – objectives). Ομολογουμένως και ο περσινός τίτλος είχε κάποια τέτοια κοινά σημεία (μηχανισμοί scavenging & crafting με ελάχιστη δύναμη πυρός στη κατοχή του παίχτη στην αποστολή ‘ Alone ‘) αλλά τα υπόλοιπα στοιχεία που συνέθεταν εκείνο το Story κάλυπταν τις όποιες αδυναμίες.
Το παιχνίδι πειραματίζεται μεν με διάφορα στυλ gameplay, συμπεριλαμβανομένων αποστολών stealth (πχ. ‘Deep Cover’ με την Laswell) που ήταν ταυτόχρονα πολύ απλές έως και τραγελαφικά εκνευριστικά λανθασμένα εκτελεσμένες, αλλά βγάζει μάτι σαν προσπάθεια να έμεινε από δημιουργικό χρόνο η ομάδα, σαν να έτρεχε σε μαραθώνιο.
Είναι αυτή η ‘μεγάλη αλλαγή’ για ένα πιο φρέσκο και αξιομνημόνευτο story λοιπόν όπως μας τα λέει η ομάδα ανάπτυξης και η Activision; Σίγουρα όχι. Αν όμως ήταν ξεχωριστό mode ως spec ops – coop playlist θα είχε ένα κάποιο ελαφρυντικό σαν υλοποίηση.
Οι αποστολές ‘Open Combat’ ήταν σχεδιασμένες με τη λογική να αλλάξουν ριζικά (ή έστω να προσπαθήσουν) προσφέροντας μια διαφορετική άποψη στο τρόπο στρατηγικού σχεδιασμού και εκτέλεσης μιας αποστολής για τα έως τώρα τυπικά Call of Duty-δεδομένα. Δίνοντας στους παίκτες μια ελευθερία κινήσεων να επιλέξουν τον δικό τους τρόπο ολοκλήρωσης της και θέλοντας να τοποθετήσει τους παίκτες πίσω από τις προσωπικές αποστολές και δυσκολίες ορισμένων πρωταγωνιστών που συνήθως διαβάζεις σε cutscenes να αναφέρεται το που βρίσκονται και έπειτα το ζεις. Αν και αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα πρόταση στην συνηθισμένη γραμμική μορφή του story, ως εκτέλεση δυστυχώς χαρακτηρίζεται φτωχή.
Αν και όλα αυτά σας ακούγονται διασκεδαστικά στη θεωρία, στην πράξη όλα καταλήγουν στον ίδιο ακριβώς μοτίβο προσέγγισης. Σχεδόν κάθε μία από αυτές τις αποστολές σας πάει χεράκι χεράκι σε συγκεκριμένες ενέργειες-στόχους, αλλά είναι απίστευτα εύκολο να κάνεις το λάθος ειδοποιώντας τους npc εχθρούς και να καταλήξεις τη stealth κάλυψη σου να πάει περίπατο, ενώ ένα άμυαλο τσούρμο σε καταδιώκει να σε φάει με εσένα να κατευθύνεσαι αιματοβαμμένος κατευθείαν προς τον τελικό στόχο σκοτώνοντας αβέρτα και … άντε πάμε παρακάτω.
Κακοφτιαγμένη εκτέλεση δηλαδή, με Specs Ops, Raid, Warzone “tutorial” επιρροές. Πήγαινε από το σημείο Α – στο – Β. Διακοπή. Cutscenes. Παραδοσιακή σεκάνς και ξανά ανοιχτού τύπου sandbox ‘Open Combat’ αποστολή μέχρι την επόμενη ροή από cutscenes κ.ο.κ.
Θα πει κάποιος, πως CoD παίζεις για το multiplayer μόνο και δεν σε ενδιαφέρει το story, όταν όμως η εταιρεία όχι μόνο αυξάνει την τιμή του προϊόντος της αλλά το χαρακτηρίζει και ως μια νέα, αυτόνομη, γεμάτη περιεχόμενο -όπου θα ικανοποιήσει πλήρως τα θέλω των παικτών- κυκλοφορία, με την παραδοσιακή μορφή της, έχοντας εμπειρία χρόνων μέσα από χαρακτήρες που αγαπήθηκαν, στιγμές που έμειναν χαραγμένες στη καρδιά των παικτών και ειλικρινά ατελείωτο μπάτζετ χρημάτων, επιβάλλεται να τηρηθούν οι υποσχέσεις και τα προσχήματα. Διαφορετικά ας ανακοίνωνε ότι παύουν να έχουν campaign τα παιχνίδια της και οι ταλαντούχοι προγραμματιστές της θα αναλάβουν τον δημιουργικό ρόλο τους σε άλλα τμήματα ώστε να βελτιώσουν την συνολική εικόνα.
Τα campaign των Call of Duty είναι γνωστά για την κινηματογραφική και επική ατμόσφαιρα, την ποικιλία των επιβλητικών σκηνών ( εκρήξεις, μάχες, σκηνές που θα ζήλευαν και κινηματογραφικές παραγωγές ) σε κάθε chapter/αποστολή και την συναισθηματική ιστορία που τα συνοδεύει. Τα παιχνίδια της σειράς συνδυάζουν υψηλά επίπεδα παραγωγής, βάθος στην ιστορία, τους χαρακτήρες και τις επιλογές του παίκτη, όμορφα γραφικά και μουσική επένδυση, δυνατές συνήθως ερμηνείες από τους συντελεστές, εντυπωσιακά cinematics και ένα μιξ δράσης, περιπέτειας, επίλυσης απλοϊκών “παζλ”-ανα στιγμές, Stealth προσέγγιση κ.α., που κάνουν την εμπειρία του παίκτη τόσο δυναμική και ενδιαφέρουσα. Παίζοντας τη πρώτη αποστολή ‘Operation 627’, τη ‘Passenger’ αλλά και όσες δεν ανήκαν στην κατηγορία των ‘Open Combat’ παρατήρησα ότι το campaign δυστυχώς είναι όντως ανολοκλήρωτο, με τις αποστολές αυτές να μπαίνουν ώστε να καλύψουν αυτά τα κενά. Είναι κρίμα καθώς μπορούσε να προκύψει ένα πολύ καλό και δεμένο αποτέλεσμα αν υπήρχε ο χρόνος.
Ο Μεγάλος Κακός — Makarov (*Προειδοποίηση για μικρά Spoilers*)
Ο των “παλιών εποχών” Makarov ήταν πιο εκφοβιστικός, είχε μια παρανοϊκή και απρόβλεπτη συμπεριφορά, κινούσε τα νήματα για πλάκα και ήταν έτοιμος να γυρίσει τον κόσμο ανάποδα και να του βάλει φωτιά για να αποκτήσει την απόλυτη εξουσία. Ο νέος Makarov δεν μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν ποτέ μια πραγματικά μεγάλη απειλή, γιατί το campaign δεν με έκανε να προλάβω να νιώσω πολλά. Σαν να λείπει το κατάλληλο “αλατοπίπερο”, ή σαν να χάθηκε στην πορεία ένα απαραίτητο δεύτερο μέρος. Η ιστορία δεν ήταν αρκετά δυνατή, ή δεν μπόρεσε να φανεί έτσι λόγω “κόψε, ράψε” και παραγωγής στο πόδι, για να τον παρουσιάσει όπως έπρεπε ως έναν σοβαρό κακό, ακόμα και αν προκάλεσε τόσο κακό. Ο παλιός Makarov είχε ενεργοποιήσει μια πυρηνική βόμβα και ήταν πάντα δύο βήματα μπροστά από την 141, μια φαινομενικά επικίνδυνη δύναμη που μπορούσε να σταθεί απέναντι στον Captain Price και την ομάδα του. Ο νέος Makarov είχε ανατινάξει το αεροδρόμιο της Verdansk και απέτυχε οικτρά μετά την απόδρασή του από τη φυλακή. Βέβαια, κατάφερε να αποκτήσει πυραύλους, να πάρει τον έλεγχο ενός αεροπλάνου και να θυσιάσει δικούς του ανθρώπους ώστε να κατηγορήσει την Urzikstan Liberation Force, αλλά κανένας από αυτούς τους στόχους δεν επηρέασε κάτι ουσιαστικά…
Υποθέτω ότι θα τελειώσουν την ιστορία του Makarov κατά τη διάρκεια των φετινών γεγονότων που θα εξελιχθούν στις επερχόμενες season του Warzone (οι οποίες είναι’canon’ ήδη). Αυτή είναι τουλάχιστον η υπόθεση μου, γιατί δεν νομίζω ότι υπάρχει αρκετό υλικό για να φτιάξουν άλλο ένα παιχνίδι με αυτόν τον χαρακτήρα… αλλά πάλι, μιλάμε για την … Activision.
Το CoD είναι ένα από τα πιο αναμενόμενα παιχνίδια κάθε χρονιάς εδώ και τρεις δεκαετίες, και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα σπάσει πάλι τα ρεκόρ πωλήσεων, ίσως και να ανέβει στο βάθρο της πρώτης θέσης πωλήσεων σε διάφορες αγορές. Η πλειοψηφία το αγοράζουν κυρίως επειδή είναι μια ‘ασφαλής επιλογή’, ξέρεις τι θα δεις κατά 90%, ξέρεις τι θα παίξεις. Κυρίως πιάτο αποτελεί το multiplayer mode του, το οποίο είναι πολύ καλοφτιαγμένο, αλλά και επειδή όμως κινείται σε συντηρητικά βήματα, χωρίς να προσφέρει να επαναφέρει τον “τροχό” προσφέροντας κάτι καινοτόμο ή πολύ εντυπωσιακό. Οι πιο παλιοί της σειράς όμως ξέρουν και αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα του Campaign. Οι αναμνήσεις και στιγμές δεκάδες, οι σοκαριστικοί θάνατοι αγαπημένων προσώπων, πρωταγωνιστών, ηρώων και εχθρών ακόμα στοιχειώνουν όνειρα γεμίζοντας δάκρυα και συναισθήματα, οι σκηνές που άνετα συγκρίνονται με μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές, συνοδευόμενες με μια ανατριχίλα των επικών soundtrack που συνοδεύουν την όλη εμπειρία. Δε θα πούμε ψέματα, η σειρά στον τομέα των Campaign είχε τα πάνω της και εννοείται τα κάτω της. Όσων αφορά για παράδειγμα την Sledgehammer Games, απόλαυσα το WWII του 2017 παρότι είχε σημαντικές ιστορικές ανακρίβειες, σφάλματα και παραλήψεις, εφόσον είχε το απαραίτητο για μένα κράμα cinematic αισθητικής, δράσης, καλού voice acting, αξιομνημόνευτων cutscenes και αποστολών ακολούθησα το ταξίδι και την ιστορία που ήθελε να διηγηθεί. Ο τίτλος του 2021, το Vanguard αν και είχε προοπτικές τελικά δεν με κράτησε τόσο γιατί ήδη από εκείνον τον τίτλο συνολικά φαινόταν η ομάδα ανάπτυξης “κουρασμένη”. Κατά τα άλλα, σε αυτά τα 4 χρόνια, το πρώτο Modern Warfare το βρήκα αξιόλογο, χωρίς να μπορεί να φτάσει σε επίπεδα campaign την original σειρά όμως του προσάπτω θετικό πρόσημο και θα έλεγα ότι το προτείνω για ενα χαλαρό playthrough. Έπειτα το Black Ops.: Cold War ξεχωρίζει περισσότερο και για μένα θεωρείται τίμιος συνεχιστής (σαν ιστορία) του 1ου Black Ops (2010), παρότι δυστυχώς δεν είχε τους αυθεντικούς ηθοποιούς να δανείζουν τις φωνές τους.
Zombies… Ανοιχτού Κόσμου
Η νέα εξέλιξη του γνωστού mode παρουσιάζεται ως μια PvE – Extraction εμπειρία ανοιχτού τύπου, με τα αγαπημένα Pack-a-Punch και Perks να επιστρέφουν. Οι παίκτες αντιμετωπίζουν ζόμπι και εχθρικές μονάδες στον νέο τεράστιο χάρτη ‘Urzikstan’, είτε σε ομάδες 3-6 παικτών είτε μόνοι τους. Μια δηλητηριώδης καταιγίδα Aether σταδιακά κλείνει τον χάρτη, προσθέτοντας περαιτέρω προκλήσεις στην όλη εμπειρία. Το συγκεκριμένο mode και πάλι αν και αρκετά διασκεδαστικό φαίνεται απλά σαν μια παραλλαγή του DMZ με την δημιουργό τους Treyarch να τα “μεταφέρει” από το Cold War εδώ. Το βρήκα μέσα στο όλο πακέτο αρκετά καλό σαν σκέψη, ήταν διασκεδαστικό παίζοντας με τη παρέα μου όσο προσπαθούσαμε να ολοκληρώσουμε challenges και αποστολές – όμως μέχρι εκεί.
Προσωπικά γουστάρω την ορίτζιναλ φόρμουλα Nazi Zombie. Τη αυθεντική -παρότι απλοϊκή ιδέα-, με την μυστικιστική, κλειστοφοβική, και όντως τρομακτική, ανατριχιαστική ατμόσφαιρα που σου προκαλούσε, των αυθεντικών δημιουργών, στα ‘World at War’ και ‘Black Ops 1’ υπό τους ήχους των ‘Damned’ και ‘115’ (Elena Siegman).
Multiplayer – Η κλασική CoD-φόρμουλα μαζί με μερικές, μικρές αλλαγές.
Και για να απαντήσω από τώρα στην ερώτηση που καίει αρκετούς:
- ΝΑΙ, είναι καλύτερη η multiplayer gameplay αίσθηση του συγκρινόμενο με το MWII. ΝΑΙ είναι η συνταγή της ‘επιτυχίας’ που δουλεύει και πουλά αναλλοίωτη η εταιρεία εδώ και χρόνια με ικανοποιητική αίσθηση gunplay. ΝΑΙ η διασκέδαση είναι εγγυημένη. ΝΑΙ θα περάσεις καλά με παρέα. Προτείνω ανεπιφύλακτα να το δοκιμάσετε, αν σας δοθεί η ευκαιρία και έχετε φυσικά την όρεξη, σε κάποια εκ των δωρεάν περιόδων που παραδοσιακά προσφέρει η εταιρεία Παρασκευοσαββατοκύριακα ή έστω σε κάποιον φίλο σας καθώς βιώνοντας το παιχνίδι μόνοι σας το κάνει ολοφάνερο περί του τι πρόκειται.
Το εάν ο φετινός τίτλος αποτελεί ένα ξεκάθαρα DLC “περιτύλιγμα”, παραδίδοντας ένα Gameplay Patch – FIX – map pack που πασπαλίζεται με ένα “demo” μεγέθους campaign (για τα μάτια του κόσμου) κόστους 70€ για τα PC και αντίστοιχα 80€ για τις κονσόλες ή το αν αξίζει το φουλ κόστος προς απόκτησης του εξαρτάται από την αντίληψη και τα θέλω του κάθε παίκτη. Αν παραχωρούνταν, έστω, μια επιλογή “αναβάθμισης” στους ήδη έχοντες το περσινό παιχνίδι, MWII, με μια κάποια σημαντικά μειωμένη τιμή απόκτησης η συνολική εικόνα να ήταν πιο εύπεπτη. Όμως αυτό που σίγουρα μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε είναι ως μια βεβιασμένη συνολικά ανέτοιμη κυκλοφορία εκ των οποίων ορισμένα χαρακτηριστικά της θα μπορούσαν όντως να δοθούν ακόμη και δωρεάν στους παίκτες του προηγούμενου παιχνιδιού – και ναι αναφέρομαι και στους παλιούς χάρτες – με τις ομάδες αναπτύξεις επιτέλους να λάβουν ανάσες έχοντας την ελευθερία κινήσεων να πάνε το franchise παρακάτω, χωρίς να αναλωθούν σε μία ακόμη -τυπική- κυκλοφορία. Συγχωροχάρτια δεν επιτρέπεται να υπάρχουν πια. Κι ούτε το “ εντάξει μωρέ θα το παίξω -δωρεάν- στο Game Pass “, είτε αναφερόμενος σε παλιό ή επόμενο τίτλο δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση το αποτέλεσμα.
Αν είστε παίκτης που δεν έχει ασχοληθεί με κάποιο προηγούμενο παιχνίδι της reboot σειράς ή και καθόλου, ή έχει αμυδρά επαφή με τον τίτλο τα τελευταία χρόνια, ή ξενέρωσε αρκετά με τις gameplay αλλαγές του περσινού τίτλου και θέλατε κάτι που να θυμίζει “καθαρό CoD από τα παλιά” θα περάσετε (πιο) ευχάριστες στιγμές. Θα βρεθείς σε γνωστά νερά και δε θα βιώσεις μια τεράστια αλλαγή. Με την πιο φανερή να είναι το πιο γρήγορο gameplay και τη προσθήκη του ‘Tac-stance’ για τις πιο κλειστού τύπου μάχες, ειδικά αφού μπορείς να χρησιμοποιήσεις τα υπάρχοντα όπλα σου κιόλας που είχες ήδη ξεκλειδώσει από το προηγούμενο παιχνίδι (MWII), θα νιώσεις μια οικειότητα στα πρώτα ματσάκια. Η αίσθηση της κίνησης του χαρακτήρα στο πεδίο της μάχης είναι πιο αστραπιαία, εύκολα αντιληπτό, ειδικότερα αν είχες επαφή με τα προηγούμενα MW κεφάλαια της reboot τριλογίας – όπως τον περσινό τίτλο που είναι πιο οφθαλμοφανής η αλλαγή — μάλιστα ο χρόνος που απαιτείται για να σκοτώσετε τους αντιπάλους εδώ φαίνεται αρκετά πιο αργός (TTK- time to kill), όπως και τα επίπεδα health έχουν αυξηθεί, στο 150 με αποτέλεσμα να μπορείς να ελιχθείς καλύτερα κατά την μάχη 1v1.
Κάποιοι βολεύονται με αυτό και κάποιοι άλλοι όχι. Ανάλογα λοιπόν το δικό σας gameplay στυλ παιχνιδιού αλλά και φυσικά τα γούστα σας. Πάντως είναι μια εύκολη υπόθεση, λαμβάνοντας το απαραίτητο gameplay feedback των παικτών, η εταιρεία να το τροποποιήσει, όπως συνηθίζεται στα σύγχρονα παιχνίδια αυτού του είδους.
Όσων αφορά το Gunsmith και το τρόπο δημιουργίας custom class ενός όπλου, τρανταχτές αλλαγές δεν εντοπίζονται παρά μόνο έφυγε η δυνατότητα ‘tuning’ στα όπλα.
Αλλαγές φαίνεται ότι εντοπίζονται επίσης στο πατροπαράδοτο σύστημα των perks, παίρνοντας μια ιδέα ήδη από τη περασμένη beta γι αυτά, όπου πλέον είναι διαθέσιμα μέσω εξοπλισμού (Gear) όπως γάντια (gloves), γιλέκα (vests), στρατιωτικές μπότες (boots) για κ.α., με το κάθε κομμάτι εξοπλισμού να παρέχει μοναδικές λειτουργίες και χαρακτηριστικά. Κάθε κομμάτι αυτού του εξοπλισμού συνδέεται με ένα συγκεκριμένο Perk, δίνοντας στον παίκτη, ανάλογα το playstyle, τις συνθήκες και το πεδίο της μάχης, τη δυνατότητα να εξοπλίσει τον χαρακτήρα του με έως και διαφορετικά μέρη εξ αυτών, όπου ο απαραίτητος συνδυασμός είναι το κλειδί για το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που αποζητά ανά περίπτωση. Εδώ φαίνεται η Sledgehammer ήθελε να προσφέρει περισσότερη ποικιλομορφία, ώστε οι παίκτες να δημιουργήσουν το δικό τους στυλ παιχνιδιού που τους ταιριάζει, με σκοπό να προσπαθήσει να αποφύγει μια “meta” ρουτίνα επιλογής και αξιοποίησης συνεχώς των ίδιων συνδυασμών.
Call of Duty Hub launcher & το User Interface
To ‘Call of Duty HQ’ Hub στήσιμο περισσότερο περιπλέκει τα πράγματα, μπερδεύοντας τον παίκτη συνδυαστικά με το UI/UX που εξακολουθεί να είναι ίδιο με το MWII. Βέβαια αυτά συμβαίνουν όταν προσλαμβάνονται προγραμματιστές από το Hulu οι οποίοι ήξεραν αυτό ακριβώς να φτιάχνουν, UI για τηλεοράσεις / tv boxes και όχι αποκλειστικά για gaming σενάρια όσων αφορά το περιβάλλον πλοήγησης στο μενού. Ενώ η φιλοσοφία ενός ενιαίου HUB φαντάζει καλή στα χαρτιά, στη πραγματικότητα δεν δουλεύει τόσο καλά και ως αποτέλεσμα όλα μετουσιώνονται σε μια σούπα τεράστιων πλακιδίων και υποκατηγοριών.
Τομέας γραφικών, αίσθηση όπλων και χρωματική παλέτα
Το color saturation που “γκρίνιαζα” –και με το δίκιο μου εγώ και τόσοι άλλοι-, η ορατότητα (visibility), όπως και ο ήχος φαίνεται να έχουν βελτιωθεί αισθητά. Εύκολο προς επίλυση είναι εξάλλου.
Ο οπτικός τομέας βρίσκεται σε αρκετά καλά επίπεδα, αν και στο multiplayer σε περιπτώσεις σα να χάνεται λίγο η ζωντάνια ακόμη και στις μέγιστες ρυθμίσεις γραφικών. Δεν έχουμε τόσο τις φωτορεαλιστικές υφές που διακρινόταν το MW(2019). Επίσης η αίσθηση και συμπεριφορά των όπλων μοιάζει μεταξύ τους το ένα με το άλλο και να μην έχει τη βαρύτητα που πρέπει συνδυαστικά με τον ήχο ώστε να είναι εύκολα αναγνωρίσιμο χάνοντας πόντους μιας πιο “ρεαλιστικής” αίσθησης (πάντα σε CoD-πλαίσια. Μια υποβαθμισμένη εικόνα με πίστες όπου τα περιβαλλοντικά τους στοιχεία φαντάζουν ψεύτικα, στατικά, σε σχέση με το πώς έκανε το ντεμπούτο του το remake πριν τέσσερα χρόνια με πιο φωτορεαστική αύρα και υφές. Τα reload/gun animations όμως είναι άψογα και ακολουθούν κατά γράμμα τη συνταγή από το 2019 και η κοινότητα δείχνει να εκτιμά το κομμάτι εκείνο των devs που δούλεψαν πάνω σε αυτό.
CoD: “Αυτό ξέρετε, αυτό εμπιστεύεστε …“
Όλα τα γνωστά κλασικά modes (TDM, Domination, Search & Destroy) είναι ξανά εδώ, ενώ ενισχύονται από τα πιο φρέσκα War, Invasion, Ground War, Cutthroat κ.α. που έρχονται. Το Cutthroat είναι μια νέα παραλλαγή παιχνιδιού που μοιάζει αρκετά στα γνωστά Gunfight (των προηγουμένων Modern Warfare) και Champion Hill (του Vanguard). Σε μικρής κλίμακας χάρτες τρεις ομάδων των τριών (3 v 3 v 3 ), βρίσκονται αντιμέτωπες η μία με την άλλη, με μόνο μια ζωή να απομένει για τον κάθε παίχτη ανα γύρο. Ο στόχος σου ως μέλος της ομάδας είναι να συνεργαστείτε αποτελεσματικά με τα άλλα δύο μέλη και να εξοντώσεις τις αντίπαλες ομάδες ή να καταλάβεις τη σημαία της ομάδας σου στο σημείο που υποδεικνύεται για να κερδίσεις κάθε γύρο. Το mode που απόλαυσα ιδιαίτερα καθώς είχε την απαραίτητη εκρηκτική διάθεση και αδρεναλίνη αναμειγνύοντας απλοϊκά όμως ενδιαφέρον teamplay στοιχεία.
Όλοι οι βασικοί χάρτες (μα ΟΛΟΙ -16- στον αριθμό, όπως οι Rust, Highrise, Skidrow, Terminal κ.α.) κατά το λανσάρισμα είναι μια remastered εκδοχή των ίδιων αρχικών αγαπημένων (ή και μη) από το θρυλικό Modern Warfare 2, πριν από 14 χρόνια, και έχουν απλώς περαστεί ένα χέρι με φρέσκια μπογιά στην νεότερη έκδοση της μηχανής γραφικών του παιχνιδιού, με κάποιες απειροελάχιστες βελτιώσεις ή διαφοροποιήσεις. Είναι ακόμα αξιόλογοι σχεδιαστικά χάρτες βέβαια για την κοινότητα. Σαφώς, αλλά οι περισσότεροι παλιοί της σειράς έχουν παίξει αμέτρητες φορές, γνωρίζοντας τους απέξω και ανακατωτά. Καλή η νοσταλγία αλλά εκτός του γεγονότος ότι φθείρεται εύκολα δεν αφήνει περιθώρια ώστε ως παίκτες να δούμε πόσο έχει εξελιχθεί η ομάδα ανάπτυξης στον σχεδιασμό νεωτέρων χαρτών. Να σημειωθεί ότι πλαισιώνονται και από τέσσερις στον αριθμό χάρτες του περσινού τίτλου. Ωστόσο, αυτοί είναι διαθέσιμοι μόνο σε μια αποκλειστική playlist.
Πέρα από αυτούς τους τέσσερις χάρτες, θα προστεθούν λίγο αργότερα, σταδιακά ανά τις επόμενες seasons και άλλοι εξ αυτών και θα είναι απλά ‘μεταφορά’ από τον περσινό Modern Warfare τίτλο ως “νέο” περιεχόμενο που οι δημιουργοί αποκαλούν “Carry Forward Maps”. Δεν έχουν επιβεβαιωθεί ακόμα όλοι αυτοί οι χάρτες, αλλά μέχρι στιγμής που γράφονται αυτές οι γραμμές, διαθέσιμοι είναι οι εξής: Shoot House, Farm 18, Mercado, Crown Raceway.
Βέβαια κάτι που παρατήρησα χθες ότι παίζοντας στους χάρτες αυτούς (πχ Farm 18) ήταν σαν να βρισκόμουν στο MWII, με την γραμματοσειρά να προδίδει ότι βρίσκομαι στο MWIII (ακόμα και το scoreboard είναι καρμπόν ανάμεσα τους) με απλά πιο γρήγορο ρυθμό, ενισχύοντας τους ισχυρισμούς περί ότι μιλάμε για ένα DLC map pack – Patch Fix των 70/80€.
Επιπροσθέτως στις αρχές Δεκεμβρίου, κατά την Season 01, θα είναι διαθέσιμοι οι πραγματικά νέοι χάρτες, τέσσερις στον αριθμό και εκεί θα έχουμε την ευκαιρία να τσεκάρουμε όντως την σχεδιαστική προσέγγιση της Sledgehammer.
Αναλυτικότερα:
- Greece (6v6)
- Meat (6v6)
- Rio (6v6, θα προστεθεί κατά τα μισά της 1ης season)
- Training Facility (Gunfight) – Ναι το αγαπημένο mode ‘Gunfight’ ευτυχώς επιστρέφει κοντά στην κυκλοφορία και δε φαίνεται να αφήνεται στη μοίρα του όπως πέρσι που βρήκε σιωπηλά και αργοπορημένο. Το Training Facility είναι ο νέος χάρτης Gunfight που θα κάνει πρεμιέρα, αλλά σε ανάρτηση στο blog του Call of Duty η εταιρεία αναφέρει επίσης ότι θα επιστρέψουν και κάποιοι χάρτες του MWII Gunfight.
Θα προτιμούσα να βλέπαμε τους παλαιότερους χάρτες σταδιακά, λίγο – λίγο ανά season, και το ενδιαφέρον να παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
(!)Σκέψεις – Σε τι διαφοροποιήθηκε το ‘MW’ Reboot τελικά από τον αρχικό ένδοξο “εαυτό” του; Είναι τόσο “κακό” το τρίτο κεφάλαιο;
Συνεπώς ποιο το νοήμα; Τι ακριβώς προσέφερε η νέα ‘reboot’ Modern Warfare τριλογία; Άραγε τόσες ελπίδες για κάτι όντως καινοτόμο μαζί όμως και με δέων σεβασμό στα αρχικά συστατικά της ιδέας πήγαν στράφι; Είναι κάτι που σκέφτομαι τους τελευταίους μήνες.
Θα περιμένει κανείς η αγαπημένη αυτή σειρά που έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές gamers, από τα lan-άδικα ακόμα, να μοιάζει να βρίσκεται στην πιο ώριμη φάση της. Όμως θεωρώ ότι βρίσκεται πιο μπερδεμένη από ποτέ στο να ρισκάρει.
Δε θα είχα πρόβλημα (έστω υποθετικά μιλώντας) αν το φετινό “παιχνίδι” ήταν όντως ένα κάποιας μορφής expansion για το MWII, όμως τουλάχιστον κοστολογημένο στη μισή τιμή, σαν ένα επετειακό πακέτο επέκτασης. Το παιχνίδι δεν είναι γενικά κακό, κατώτερο των προσδοκιών ναι, αλλά πάσχει από μεράκι, παθαίνει (ξανά) κρίση ταυτότητας. Τα στάνταρ που επιβάλλεται να φτάσει ή και να ξεπεράσει δεν επιτυγχάνονται. Βασίζεται πολύ στη νοσταλγία τόσο των παλιών χαρτών μιας άλλης εποχής αλλά και σε νοσταλγούς (σαν εμένα) του χάρτη Verdansk, εξού και μας τον πέταξαν κατάμουτρα στο “δείγμα Campaign”, όπου με εξαίρεση κάποιες καλές στιγμές που βιώνεις ως παίκτης, περισσότερο σε συρραφή από cutscenes μαζί με μια παραλλαγή “σούπα” από “Spec ops + Warzone tutorial μικρό-αποστολές”. Επίσης δεν ξέρει τι “θέλει” να είναι.. Μία προσφέρει μικρές καινοτομίες, μια επιστρέφει πίσω στη ρουτίνα. Φαίνεται ότι απλά για να φέρουν τους πάντες πίσω (και επίσης ξέρουμε πώς μεταφράζεται αυτό χρηστικά για την Activision ώστε να πουλήσουμε skins και cosmetics) πέταξαν ότι είχαν ήδη έτοιμο και πρόχειρο μεσα. Μια κίνηση απελπισίας με λίγη πασπαλησμένη υπόσχεση ότι “προσφέρουμε μια ολοκληρωμένη, γεμάτη εμπειρία που δικαιολογεί την τιμή της”.
Κατά τα άλλα το multiplayer είναι εθιστικότατο γι αυτό που είναι κρατώντας την κλασσική συνταγή και θα απολαύσετε τις στιγμές σας σε αυτό, ειδικά με τη παρέα σας, και σαν συνολική εικόνα φαίνεται να είναι πολύ καλύτερο από του προηγούμενου έτους. Σαν ένα ‘επι πληρωμή ‘ patch-fix όμως. Ας υπόσχεται η εταιρεία ότι αποτελεί μια κυκλοφορία απλά “συνδετικό κρίκο διατήρησης των όπλων και της προόδου σας (επίσης των skins, operators, in game currency, unlocks)”.
Το Call of Duty φαίνεται απλά να επικεντρώνεται αποκλειστικά στο Warzone εδώ και καιρό, κάτι που πλέον κακά τα ψέματα σε αυτό ποντάρει τους περισσότερους πόρους η Activision και στα skins/in games που συνοδεύουν το συνολικό πακέτο. Με ένα multiplayer όπου θα ασχοληθούν αρκετοί, λιγότεροι από όσους παίζουν συνολικά μόνο Warzone και αγόρασαν το βασικό παιχνίδι μόνο για γρηγορότερο grinding και καμιά εκτόνωση της στιγμής, οπότε η εταιρεία κρατά τα συνηθισμένα προσχήματα. Να αναφέρουμε στο σημείο αυτό ότι ακόμα και το Warzone, έχει γίνει βαρετό, με τη κοινότητα διχασμένη. Διαφέρει αρκετά από την εποχή του εκείνες τις χρονιές της Καραντίνας του 2020-21 για όσους τις έζησαν ένθερμα.
Ελπίζω, με την Microsoft στο τιμόνι, επιβάλλεται να ταράξει τα θεμέλια της Activision για τα καλά, να δούμε ριζικές αλλαγές σ’ έναν ενδεχόμενο τέταρτο Modern Warfare τίτλο (καθώς υπάρχουν κάποιες υπόνοιες για συνέχεια) που θα επιτρέψει στο franchise να αναπνεύσει και να αναπτυχθεί ομαλά, και να δώσει ποιοτικό χρόνο στα στούντιο ώστε να φτιάξουν ένα πραγματικό επόμενης γενιάς Call of Duty τίτλο που να κρατάει και τη “σπίθα” του πυρήνα που έκανε αυτή τη σειρά, να ξεχωρίσει, να αγαπηθεί τόσο αλλά το σημαντικότερο να ξεχειλίζει μεράκι. Το Modern Warfare του 2019 αντιμετώπισε τη σειρά με σοβαρότητα ως reboot, δείχνοντας ότι κάτι πάει να γίνει και θεωρείται το καλύτερο της νεότερης τριλογίας για εμένα παρά τις παραξενιές και γκρίνιες των CoD bros streamers και λοιπών. Φαίνεται λοιπόν πια ότι η Activision καπιταλεύεται τις δημιουργίες της, επέστρεψε στις παλιές, λιγότερο δημιουργικές κινήσεις και τακτικές απληστίας της σε βαθμό που η ίδια η ΕΑ να φαντάζει αθώα απέναντι της, ως έναν αλαζονικό βασιλιά στο θρόνο του. Συνέπεια κιόλας όταν απουσιάζει ο σοβαρός ανταγωνισμός στον τομέα, όπως φαίνεται, με παρόμοιο ΑΑΑ-μεγάλο πολεμικό παιχνίδι πρώτου προσώπου.
Στην πραγματικότητα η κοινότητα του παιχνιδιού η οποία αποτελείται και από άτομα που για χψ λόγους – παραδειγματος χάριν κάποιος δεν έχει χρόνο και απλά θέλει να ρίξει δύο τρεις πιστολιές το βράδυ πριν πέσει για ύπνο, δεν κοιτάει σχόλια ή reviews ή τι ακούγεται στη γύρα ή δεν έχει χρόνο να σκεφτεί τι μεγάλες αλλαγές θα έκαναν το παιχνίδι καλύτερο. Είναι μαθηματικά βέβαιο πώς προτιμάει την ψευδαίσθηση του σίγουρου από το να επιλέξει κάτι καινούριο ή βελτιωμένο που να δικαιολογεί πλήρως την τιμή του γιατί ο φετινός τίτλος δεν το κάνει εξού και προτείνω εφόσον σας ενδιαφέρει να κάνετε τη κίνηση σας σε κάποια καλή εκπτωτική περίοδο. Έχω έρθει σε συζητήσεις με πολλούς παίκτες, στενούς φίλους, εντελώς άγνωστους που όσο βρισκόμαστε στο λόμπυ ανταλλάζουμε δύο – τρεις κουβέντες και ακούω συχνά την εξής φράση “ .. και τι να παίξεις ρε φίλε, να υπάρχει και τίποτε άλλο με αυτή την gameplay δομή, το παιχνίδι έχει χάσει αρκετή από την λάμψη του αλλά…δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο “. Κι όλο αυτό σε ένα ύφος φανερής απογοήτευσης και αγανάκτησης. Βρίσκουμε καταφύγιο στη μετριότητα, από απελπισία για το ωραίο που ονειρευτήκαμε. Μια ανέμπνευστη εκτέλεση χωρίς την δική της ταυτότητα. Προσωπικά παρότι είναι αρκετά διασκεδαστικό το multiplayer, παράλληλα ένιωσα να κουράζομαι ελαφρώς από την ίδια συνταγή ξανά και ξανά και να αναρωτιέμαι πώς μπορεί να εξελιχθεί η σειρά, μετά από τόσα χρόνια χωρίς όμως να χάσει και την ‘αναγνωριστική συνταγή της επιτυχίας’.
Η αγανάκτηση μου είναι περισσότερο εστιασμένη στην συμπεριφορά της Activision προς τα στούντιο παραγωγής και στους παίκτες – καταναλωτές των παιχνιδιών/προϊόντων της.
“Μα γιατί τα λέτε αυτά, -θα πει κάποιος-, πάλι θα σαρώσει στις πωλήσεις!”.
Εννοείται και ότι σαρώνει στις πωλήσεις όταν έχεις μια Activision να είναι μανούλα στα μάρκετινγκ τρικ, το παιχνίδι είναι bundle με τις κονσόλες και γνωρίζουν ότι αρκετοί το “χρειάζονται” ώστε να grindαρουν πιο εύκολα τα όπλα τους για το Warzone. Το ποια είναι η συνήθης τύχη του multiplayer μια ματιά στους τίτλους ειδήσεων του κάθε τίτλου ειδικότερα μετά το πρώτο τρίμηνο αποκαλύπτει την πικρή αλήθεια. Εξάλλου αν δεν έπεφταν βροχή τα νούμερα παικτών (το είχε αναγνωρίσει η εταιρεία πέρσι ότι ήταν σοκ το πόσο απότομη ήταν η πτώση και έδωσε “υποσχέσεις” βελτιώσεων) δεν θα κυκλοφορούσε καν φέτος νέο τίτλο καθώς αρχικά αυτό ήταν το πλάνο. Ένα τέτοιο Call of Duty παιχνίδι με τόσο χαμηλή ποιότητα, ανέτοιμο, αν κυκλοφορούσε πριν από δέκα χρόνια θα ήταν ένα σκάνδαλο που θα σήκωνε ίδιες και χειρότερες αντιδράσεις απ’αυτές που όντως έλαβαν χώρα σε παρόμοια κίνηση της εταιρείας το 2011 – όπου αρκετοί παίκτες και τα gaming μέσα χαρακτήρισαν – δικαίως – το τότε original MW3 ως ένα επί πληρωμή DLC του MW2. Τώρα, αποτελεί σημάδι μιας προσέγγισης προς μια σειρά που χρειάζεται απεγνωσμένα έναν πραγματικό έλεγχο ποιότητας αλλά και της αξιοπιστίας της.
Η επιστροφή στους παλιούς χάρτες ξυπνά ευχάριστες αναμνήσεις, αλλά και θα σας βάλει σε σκέψεις αν είστε παίκτης που έχει απαιτήσεις από τη σειρά. Παρόλο που η νοσταλγία είναι θετική, φαίνεται ότι η εταιρεία επικεντρώνεται υπερβολικά σε αυτήν, ίσως υπονοώντας ότι πάσχει σε σχεδιαστική πρωτοτυπία. Έτσι ενισχύεται η άποψη ότι το παιχνίδι δεν προσθέτει κάτι καινούριο στο βασικό gameplay του και ουσιαστικά η όλη εικόνα της reboot Modern Warfare τριλογίας να μην καταφέρει να δικαιώσει τον εαυτό της μετά το θετικό ξεκίνημα του πρώτου της reimagined/reboot τίτλου του 2019, η οποία έφερε τόσο νέο κόσμο αλλά και έκλεισε το μάτι σε όσους είχαν παρατήσει τη σειρά και δεν ενδιαφερόταν πια (ανάμεσα τους και ο γράφων). Θα ήταν ευπρόσδεκτο να δούμε φρέσκους χάρτες από την πρώτη μέρα, ακόμη και με το “κόστος” της απώλειας κάποιων παλιών, προσφέροντας μια επίγευση της νέας σχεδιαστικής προσέγγισης που θα ακολουθηθεί από δω και πέρα.
Παρά τα εδώ κι εκεί ατοπήματα του, το νέο Call of Duty καταλήγει παραδόξως – στο multiplayer – να κρατάει την διασκεδαστική του φύση όμως είναι αρκετά στενάχωρο σαν γενική εικόνα καθώς μπορούσε να αναπτυχθεί περισσότερο, ώστε να θεωρηθεί πραγματικά μια ένδοξη συνέχεια και όχι η το “διορθωτικό μέσο” του προηγούμενου τίτλου. Η εντύπωση που αφήνει είναι ότι πρόκειται για ένα όντως πακέτο επέκτασης περιεχομένου παρά για μια πλήρη – ξεχωριστή – κυκλοφορία. Πρέπει να καταλάβουμε λοιπόν κάποια στιγμή ότι η εταιρεία πασχίζει εδώ και αρκετό καιρό να παράξει κάτι με το λιγότερο δυνατό κόστος, τη λιγότερη δυνατή προσπάθεια κάθε χρόνο απλά για να έχει ένα προϊόν στα ράφια, ψάχνοντας συνεχώς τα όρια της αγοράς (βλέπε περίπτωση Vanguard) και όπως φαίνεται κοντεύει να τα βρει κρατώντας απλά τα “προσχήματα” εις βάρος της ποιότητας.
Ευχαριστούμε θερμά την εκδότρια εταιρεία για την παραχώρηση του παιχνιδιού.